ItalianoGreco


sbrodolóne  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [zbrodoˈlone]

1 φλύαρος
2 πολυλογάς
3 απρόσεκτος στο φαγητό του
4 φαφλατάς


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---