ItalianoGreco


sbruffonàta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [zbruffoˈnata]

1 ξιπασιά
2 μεγαλαυχία
3 μεγαληγορία
4 καυχησιά
5 καύχηση
6 μεγαλοστομία
7 κομπασμός
8 καύχος
9 μεγαλορρημοσύνη
10 καυχησιολογία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---