Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsbàttere
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ˈzbattere] (di porta, anta) βροντώ sbàttere ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ˈzbattere] (urtare) χτυπώ sbattersi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [ˈzbattersi] 1 αρπάζομαι 2 κλυδωνίζομαι 3 πέφτω 4 σφαδάζω 5 αγωνίζομαι έντονα 6 σπαρταρώ permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαsbattere fuori = πετώ έξω Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |