ItalianoGreco


sbattiménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [zbattiˈmento]

1 χτύπημα
2 δόνηση
3 φτερούγισμα
4 περιστροφή έλικας
5 δαρμός
6 ταλάντωση ανεπιθύμητη
7 τίναγμα
8 πέταγμα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---