sbalorditìvo
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [zbalordiˈtivo]
1 εντυπωσιακός
2 υπέροχος
3 παράδοξος
4 τρομαχτικός
5 θαυμάσιος
6 απίθανος
7 θαμπωτικός
8 απίστευτος
9 έκπαγλος
10 καταπληκτικός
11 συναρπαστικός
12 έξοχος
13 εκπληκτικός
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [zbalordiˈtivo]
1 εντυπωσιακός
2 υπέροχος
3 παράδοξος
4 τρομαχτικός
5 θαυμάσιος
6 απίθανος
7 θαμπωτικός
8 απίστευτος
9 έκπαγλος
10 καταπληκτικός
11 συναρπαστικός
12 έξοχος
13 εκπληκτικός
permalink
sbalorditivo (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android