Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsantificàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [santifiˈkare] 1 εξαγνίζω 2 καθοσιώνω 3 αγνίζω 4 εορτάζω 5 λατρεύω 6 κανονικοποιώ 7 ευλογώ 8 τηρώ 9 καθιερώνω 10 καθαγιάζω 11 αγιοποιώ 12 αγιάζω 13 τιμώ 14 εξαγιάζω 15 αφιερώνω santificarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [santifiˈkarsi] 1 αγιάζω 2 γίνομαι άγιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |