ItalianoGreco


rimontàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [rimonˈtare]

1 προλαβαίνω
2 ανακάμπτω
3 επανατοποθετώ
4 ξανανεβαίνω
5 ξανακαβαλώ
6 εφοδιάζω εκ νέου με ίππους
7 ιππεύω εκ νέου
8 χρονολογώ
9 ξαναμοντάρω
10 πλέω
11 ανεβαίνω ξανά
12 συναρμολογώ εκ νέου
13 πηγαίνω πίσω
14 καβαλικεύω ξανά


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---