ItalianoGreco


ridùrre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [riˈdurre]

συστέλλω, ελαττώνω, περιορίζω

ridursi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [riˈdursi]

το καταντώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---