Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpestèllo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [pesˈtɛllo] 1 γουδοχέρι 2 κόπανος 3 εμβολιστής 4 μηχανικός κριός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |