Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpesticciàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [pestitˈʧare] 1 τσαλαπατώ 2 ποδοπατώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |