Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόperegrinità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [peregriniˈta] 1 ιδιομορφία 2 παραδοξότητα 3 ιδιαιτερότητα 4 ιδιοτροπία 5 ιδιορρυθμία 6 μοναδικότητα 7 σπανιότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |