Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόparabràce
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,paraˈbraʧe] 1 αλεξίπυρο 2 προκάλυμμα προστασίας από φωτιά (σε τζάκι) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |