Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόparabórdo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,paraˈbordo] 1 παράβλημα 2 μπαλόνι (σκάφους) 3 προσκρουστήρας 4 προφυλακτήρας 5 στρωμάτσο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |