Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόoppugnatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [oppuɲɲaˈtore] 1 προσβάλλων 2 πρόσωπο που ανασκευάζει 3 αντίπαλος 4 πολέμιος 5 ανταγωνιστής 6 δικηγόρος αντιδίκου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |