Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmoderataménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [moderataˈmente] 1 μετριοπαθώς 2 με αυτοσυγκράτηση 3 με μέτρο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |