Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


maestosaménte  
επίρρημα

Προσφορά I.P.A.: [maestosaˈmente]

1 κατανυκτικά
2 μεγαλοπρεπώς
3 επίσημα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  maestà maestosità  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

madrigalista (ουσ αρσ και θηλ.)
madrileno (ουσ αρσ )
madrileno (επίθ.)
madrina (θηλ.ουσ)
maestà (θηλ.ουσ)
maestosamente (επίρ.)
maestosità (θηλ.ουσ)
maestoso (επίθ. e επίρ.)
maestra (θηλ.ουσ)
maestrale (ουσ αρσ )
maestranza (θηλ.ουσ)
maestria (θηλ.ουσ)
maestro (ουσ αρσ )
maestro (επίθ.)
maffia (θηλ.ουσ)
mafia (θηλ.ουσ)
mafioso (ουσ αρσ )
mafioso (επίθ.)
maga (θηλ.ουσ)
magagna (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---