Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόirenìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ireˈnizmo] 1 ειρηνοφιλία 2 φιλειρηνισμός 3 πασιφισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |