Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόiràto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [iˈrato] 1 νευριασμένος 2 οργισμένος 3 θυμωμένος 4 εξοργισμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |