Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinquadratùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [inkwadraˈtura] 1 καδράρισμα 2 πλαισίωση 3 ένταξη 4 καρέ λήψης φωτογραφικής ή κινηματογραφικής 5 φωτογραφική πόζα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |