Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinquartàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [inkwarˈtato] 1 ρωμαλέος 2 μυώδης 3 γεροδύναμος 4 χωρισμένος σε 4 ίσα μέρη (για θυρεό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |