Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinorridìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [inorriˈdire] 1 σοκάρομαι 2 τρομοκρατούμαι inorridìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [inorriˈdire] 1 τρομάζω 2 προκαλώ φρίκη 3 σοκάρω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |