Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinosservàbile
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [inosserˈvabile] 1 που δεν μπορεί να τηρηθεί 2 που δεν μπορείς να συμμορφωθείς με permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |