Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinneggiatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [innedʤaˈtore] 1 Vεξυμνητής 2 υμνητής 3 πανηγυριστής 4 εγκωμιαστής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |