Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinnestatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [innestaˈtura] 1 εμβολιασμός δένδρου 2 κεντρί (δέντρου) 3 μπόλι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |