Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfinocchiàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [infinokˈkjare] 1 εξαπατώ 2 κοροὶδεύω κάποιον 3 ξεγελώ με την εμφάνιση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |