Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfischiàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [infisˈkjarsi] 1 αδιαφορώ πλήρως 2 δεν δίνω δεκάρα τσακιστή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |