Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinceppàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [inʧepˈpato] 1 μπλοκαρισμένος 2 εμποδισμένος 3 άγαρμπος 4 φρακαρισμένος 5 κολλημένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |