Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinceronàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [inʧeroˈnare] μακιγιάρω (στο θέατρο) inceronàrsi ρήμα μέσο μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [inʧeroˈnarsi] μακιγιάρομαι (στο θέατρο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |