Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


inappellàbile  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [inappelˈlabile]

1 οριστικός
2 έσχατος
3 ανέκκλητος
4 τελεσίδικος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  inappagato inappellabilità  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

inanizione (θηλ.ουσ)
inanonimo (αρσ. επίθ και ουσ)
inappagabile (επίθ.)
inappagamento (ουσ αρσ )
inappagato (επίθ.)
inappellabile (επίθ.)
inappellabilità (θηλ.ουσ)
inappellabilmente (επίρ.)
inappetente (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
inappetenza (θηλ.ουσ)
inapplicabile (επίθ.)
inapplicabilità (θηλ.ουσ)
inapprendibile (επίθ.)
inapprensibile (επίθ.)
inapprezzabile (επίθ.)
inapprodabile (επίθ.)
inappuntabile (επίθ.)
inappurabile (επίθ.)
inarato (επίθ.)
inarcamento (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---