Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


inappellabilménte  
επίρρημα

Προσφορά I.P.A.: [inappellabilˈmente]

1 ανεκκλήτως
2 οριστικά
3 ανεπιστρεπτί
4 τελεσίδικα
5 χωρίς δικαίωμα έφεσης


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  inappellabilità inappetente  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

inappagabile (επίθ.)
inappagamento (ουσ αρσ )
inappagato (επίθ.)
inappellabile (επίθ.)
inappellabilità (θηλ.ουσ)
inappellabilmente (επίρ.)
inappetente (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
inappetenza (θηλ.ουσ)
inapplicabile (επίθ.)
inapplicabilità (θηλ.ουσ)
inapprendibile (επίθ.)
inapprensibile (επίθ.)
inapprezzabile (επίθ.)
inapprodabile (επίθ.)
inappuntabile (επίθ.)
inappurabile (επίθ.)
inarato (επίθ.)
inarcamento (ουσ αρσ )
inarcare (ρ. μτβ.)
inarcarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---