Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimputridìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [imputriˈdire] 1 σήπομαι 2 σέπομαι 3 αποσυντίθεμαι 4 σαπίζω 5 αποσαθρώνομαι 6 χαλώ (για τρόφιμα) imputridìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [imputriˈdire] 1 προκαλώ αποσύνθεση 2 προκαλώ σάπισμα 3 αποσαθρώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |