Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimmorsàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [immorˈsare] 1 θηλυκώνω 2 βάζω τα γκέμια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |