Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimmigrazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [immigratˈtsjone] 1 μετανάστευση 2 ξενιτεμός 3 μετοίκηση 4 εποίκηση 5 αποδημία 6 μετοικεσία 7 μετανάστες 8 εκπατρισμός 9 μισεμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |