Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimmigràre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [immiˈgrare] 1 ξενιτεύομαι 2 εκπατρίζομαι 3 παρεπιδημώ 4 μεταναστεύω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |