Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimméttere
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [imˈmettere] 1 βάζω 2 εισάγω 3 εμβάλλω 4 χώνω 5 συνιστώ immettersi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [imˈmettersi] 1 εισέρχομαι 2 μπαίνω 3 εισάγομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |