Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgrossaménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [grossaˈmente] 1 τσαπατσούλικα 2 χοντρικά 3 χονδροειδώς 4 άτεχνα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |