Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgòrgia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈgɔrʤa] 1 λαρύγγι 2 λάρυγγας 3 φάρυγγας 4 λαιμός 5 γούλα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |