Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgorgozzùle
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [gorgotˈtsule] 1 λάρυγγας 2 λαιμός 3 λαρύγγι 4 οισοφάγος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |