Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfigulìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [figuˈlina] 1 αγγειοπλαστική 2 κεραμοποιία 3 κεραμευτική 4 κεραμική permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |