Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


figuràre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [figuˈrare]

1 φαίνομαι
2 εμφανίζομαι
3 νομίζω
4 φαντάζομαι
5 είμαι
6 μοστράρω
7 φιγουράρω
8 κάνω φιγούρα
9 επιδεικνύομαι

figuràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [figuˈrare]

1 φαντάζομαι
2 συμβολίζω
3 οραματίζομαι
4 προφασίζομαι
5 προσποιούμαι
6 απεικονίζω
7 αναπαριστάνω
8 ζωγραφίζω
9 περιγράφω ζωηρά
10 παριστάνω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  figurante figuratamente  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

figulina (θηλ.ουσ)
figulo (ουσ αρσ )
figura (θηλ.ουσ)
figuraccia (θηλ.ουσ)
figurante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
figurare (ρ.αμτβ.)
figurare (ρ. μτβ.)
figuratamente (επίρ.)
figurativismo (ουσ αρσ )
figurativo (επίθ.)
figurato (επίθ.)
figurazione (θηλ.ουσ)
figurina (θηλ.ουσ)
figurinista (ουσ αρσ και θηλ.)
figurino (ουσ αρσ )
figurista (ουσ αρσ και θηλ.)
figuro (ουσ αρσ )
figurone (ουσ αρσ )
fila (θηλ.ουσ)
filabile (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---