Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόétagère
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [etaˈʒɛr] 1 έπιπλο με ράφια 2 ανοικτό ερμάριο με ράφια 3 εταζέρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |