Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόestinzióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [estinˈtsjone] (di specie) εξαφάνηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |