Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


esibizionìstico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ezibittsjoˈnistiko]

επιδεικτικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  esibizionista esigente  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

esibirsi (ρ.μ. (αντων.))
esibitore (αρσ. επίθ και ουσ)
esibizione (θηλ.ουσ)
esibizionismo (ουσ αρσ )
esibizionista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
esibizionistico (επίθ.)
esigente (επίθ.)
esigenza (θηλ.ουσ)
esigere (ρ. μτβ.)
esigibile (επίθ.)
esigibilità (θηλ.ουσ)
esiguità (θηλ.ουσ)
esiguo (επίθ.)
esilarante (επίθ.)
esilarare (ρ. μτβ.)
esilararsi (ρ.μ. (αντων.))
esile (επίθ.)
esiliare (ρ. μτβ.)
esiliarsi (ρ.μ. (αντων.))
esiliato (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---