ItalianoGreco


esiguità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [eziguiˈta]

1 ασημαντότητα
2 γλισχρότητα
3 ανεπάρκεια
4 μικρότητα
5 ταπεινότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---