Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


erràre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [erˈrare]

1 περιπλανιέμαι
2 γυροφέρνω
3 τριγυρίζω
4 γελιέμαι
5 αστοχώ
6 αρμενίζω
7 λαθεύω
8 χάνω το δρόμο
9 χαζεύω
10 αλωνίζω
11 περιφέρομαι
12 σφάλλω
13 τριγυρνώ
14 περιδιαβάζω
15 περιτριγυρίζω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  errante errata corrige  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

erpicare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
erpicatura (θηλ.ουσ)
erpice (ουσ αρσ )
errabondo (επίθ.)
errante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
errare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
errata corrige (έκφρ.)
erratico (επίθ.)
errato (επίθ.)
erre (ουσ αρσ και θηλ.)
erroneità (θηλ.ουσ)
erroneo (επίθ.)
errore (ουσ αρσ )
erta (θηλ.ουσ)
erto (αρσ. επίθ και ουσ)
erubescente (επίθ.)
erudire (ρ. μτβ.)
erudirsi (ρ.μ. (αντων.))
eruditismo (ουσ αρσ )
erudito (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---