Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdiplomàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [diploˈmare] 1 χορηγώ πτυχίο ή δίπλωμα 2 χορηγώ δίπλωμα diplomàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [diploˈmarsi] 1 αποφοιτώ από ανώτερη ή ανώτατη σχολή 2 αποκτώ πτυχίο ή δίπλωμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |