ItalianoGreco


diavoléssa  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [djavoˈlessa]

1 γυναίκα τετραπέρατη
2 διαβολοθήλυκο
3 διαβολοκόριτσο
4 δαιμόνισσα
5 διαβόλισσα
6 γυναίκα πανέξυπνη
7 διαβολογυναίκα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---