Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconnàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [konˈnato] 1 μεγαλωμένος μαζί 2 ενωμένος 3 έμφυτος 4 συγγενής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |