ItalianoGreco


commentatóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [kommentaˈtore]

1 υπομνηματιστής
2 πρόσωπο που επεξηγεί με σχόλια
3 εκφωνητής
4 σπίκερ
5 παρουσιαστής δελτίου ειδήσεων
6 σχολιαστής
7 ερμηνευτής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---