Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbrùtta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈbrutta] 1 κακό αντίγραφο 2 άσχημη γυναίκα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |